Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

ΑΙ ΑΓΙΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΟΔΩΡΑ, ΜΗΤΡΟΔΩΡΑ, ΝΥΜΦΟΔΩΡΑ


 «Οι άγιες αυτές ήταν αδελφές και κατάγονταν από τη Βιθυνία. Από μικρές αγάπησαν τον Κύριο Ιησού, τον Οποίο είχαν διαρκές εντρύφημα των ψυχών τους. Έτσι μόνη φροντίδα τους ήταν πώς θα στολίσουν τον εαυτό τους με τις αρετές. Για μεγαλύτερη άσκηση και αφιέρωση στον Θεό, έφυγαν από την πατρίδα τους και αποσύρθηκαν σ’ ένα λόφο, κοντά στα Πύθια θερμά λουτρά. Με τη διαρκή προσευχή τους και την εν Χριστώ άσκησή τους έφτασαν σε μεγάλα ύψη αρετής, τόσο που θεράπευαν διάφορες ασθένειες των ανθρώπων που προσέτρεχαν σ’  αυτές. Ο έπαρχος Φρόντων όμως, που έμαθε γι’ αυτές, έστειλε και  τις συνέλαβε, κι επειδή αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν την πίστη στον Χριστό, άρχισε να τις υποβάλλει σε σκληρά βασανιστήρια: τη στρέβλωση των μελών, το ρίξιμο στη φωτιά, το γδάρσιμο με σιδερένια νύχια, το κρέμασμα σε ξύλο, τέλος δε τον δια ξίφους θάνατο. Σε όλα αυτά οι άγιες υπέμεναν καρτερικά, έχοντας το νου τους στην αγάπη του Χριστού και ενισχυόμενες από τη χάρη Εκείνου. Με την παράδοση των πνευμάτων τους στον Θεό, ο έπαρχος θέλησε να κάψει τα άγια σώματά τους, αλλά οι φλόγες στράφηκαν εναντίον του, ενώ καταρρακτώδης βροχή έσβησε αμέσως τη φωτιά. Οι χριστιανοί περισυνέλεξαν τα λείψανά τους, τα οποία και τα ενταφίασαν με μεγάλο σεβασμό».
Δύο πράγματα είναι αξιοθαύμαστα στις τρεις αυτές αδελφές που εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα: Πρώτον, ότι απαρχής μέχρι τέλους της ζωής τους υπήρξαν αγαπημένες, τόσο που ήταν σαν μία ψυχή σε τρία σώματα. Και στο πατρικό τους στη Βιθυνία και στην αναχώρησή τους στον τόπο της άσκησής τους, αλλά και στο μαρτύριό τους δρούσαν σαν ένας άνθρωπος. Είναι πολύ όμορφη η εικόνα που χρησιμοποιεί ο εκκλησιαστικός ποιητής για να δηλώσει την ενότητά τους αυτή. Τις ονομάζει «τρίφωτον λαμπάδα, τριώροφον οίκημα, σκήνωμα της αγίας Τριάδος». Κι είναι αξιοθαύμαστο τούτο, διότι δυστυχώς όχι σπάνια τα αδέλφια μεταξύ τους δεν διαπνέονται από τη φυσική αγάπη που θα έπρεπε να διακρίνει τις σχέσεις τους. Πολλές φορές μάλιστα όχι μόνο δεν υπάρχει αγάπη, αλλά αναπτύσσεται και μίσος, το οποίο φτάνει, όταν προκύπτουν ιδίως θέματα κληρονομιάς, και σε ακραίες καταστάσεις. Στα θήλεα αδέλφια δε, το ιδιάζον που αναπτύσσεται και συχνά δηλητηριάζει τις σχέσεις τους είναι η ζήλεια. Είναι μία τραγική πραγματικότητα, μέτοχοι της οποίας συχνά γινόμαστε οι πνευματικοί εξομολόγοι. Η αγάπη λοιπόν μεταξύ των τριών αυτών αγίων αδελφών αποτελεί παράδειγμα και έλεγχο. Αυτή είναι η κανονική και φυσιολογική κατάσταση, την οποία βεβαίως και μόνον ευλογεί ο Θεός.
Το δεύτερο αξιοθαύμαστο είναι η ανδρεία την οποία επέδειξαν και στη σκληρή άσκηση που ανέλαβαν στο λόφο που αποσύρθηκαν, αλλά κυρίως στην ώρα των μαρτυρίων τους. Η γυναικεία φύση πάντοτε θεωρήθηκε ως πιο απαλή και συνεπώς ευάλωτη στις σκληρές καταστάσεις, κάτι που οι σημερινές άγιες, όπως και όλες οι άγιες της Εκκλησίας μας το απέδειξαν ανίσχυρο. Ο έπαρχος Φρόντων καταρχάς προσέκρουσε σε «νταμάρι», όταν επεχείρησε να τις μεταπείσει, ώστε να φύγουν από την πίστη του Χριστού. Κι εκεί που αποδείχτηκε γρανιτένια η θέλησή τους ήταν ακριβώς την ώρα των μαρτυρίων τους. Ο υμνογράφος, έκθαμβος μπροστά στο ένθεο φρόνημά τους, σημειώνει: «Ατελεί εν τω σώματι, και τελείω φρονήματι, παλαμναίον δράκοντα, τον αρχέκακον, κατεπαλαίσατε ένδοξοι, δυνάμει του Πνεύματος, και ανίσχυρον αυτού την ισχύν απεδείξατε». Δηλαδή: Καταπαλαίψατε, ένδοξοι μάρτυρες, τον αρχέκακον δολοφόνο δράκοντα, τον αρχέκακο διάβολο (και τα όργανά του), με το ατελές και αδύναμο σώμα σας, αλλά με το τέλειο φρόνημά σας, και με τη Δύναμη του αγίου Πνεύματος αποδείξατε ανίσχυρη τη δύναμή του.
Είναι περιττό βεβαίως να υπενθυμίσουμε ότι και στα δύο αξιοθαύμαστα στοιχεία των αγίων αυτών μαρτύρων υπάρχει ως προϋπόθεση και βάση η ένθερμη πίστη στον Χριστό και η τελεία αγάπη Του. Η πίστη και η αγάπη σ’  Εκείνον δίνει αφενός την ενότητα στους ανθρώπους, πολύ περισσότερο δε την υπομονή στα μαρτύρια. Κι είναι η απάντηση της Εκκλησίας σε κάθε παρόμοια κατάσταση: όπου υπάρχει διχόνοια, ζήλεια, μίσος και έχθρα, όπου υπάρχουν δυσκολίες και αντιξοότητες στη ζωή, η  λύση είναι μία: ο άνθρωπος να στραφεί προς τον Χριστό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υμνογράφος ερμηνεύει και τα δύο αξιοθαύμαστα αυτά ακριβώς με τον τρόπο αυτό: την αδελφική αγάπη τους τη χαρακτηρίζει πνευματική: «αδελφικώς τω πνεύματι συνδούμεναι», ενώ το μαρτύριό τους το ερμηνεύει ως αποτέλεσμα ενίσχυσής τους από την αγάπη του Χριστού: «τον δεδοξασμένον Λόγον ολικώς αγαπήσασαι, ου τετρωμέναι τω πόθω υπεμείνατε, παθημάτων τας επαγωγάς καρτερώτατα».